αναδημοσίευση από το Δίκτυο για τα δικαιώματα του παιδιού
Το «Ελληνικό» αυτονόητο
(άρθρο μας για τη
μη πρόσβαση στην εκπαίδευση των παιδιών που διαμένουν στον χώρο φιλοξενίας
προσφύγων Ελληνικού)
Το παρακάτω κείμενο δεν θα έπρεπε
να το διαβάζετε εδώ αλλά και πουθενά. Δεν θα έπρεπε να γραφτεί καν γιατί ασχολείται
με τα αυτονόητα, που όμως δυστυχώς μόνο αυτονόητα δεν είναι στην πράξη.
Το δικαίωμα στην εκπαίδευση, για
παράδειγμα, είναι ένα βασικό πανανθρώπινο δικαίωμα που θα πρέπει να είναι πάντα
απόλυτα σεβαστό και αφορά όλα τα παιδιά. Στο πλαίσιο αυτό το Ελληνικό Κράτος λειτουργεί
-έστω και καθυστερημένα, έστω και με πολλές ελλείψεις- πρόγραμμα υποδοχής προσφύγων στην δημόσια εκπαίδευση, τα
γνωστά ΔΥΕΠ (Δομές Υποδοχής για την Εκπαίδευση των Προσφύγων) με τάξεις
υποδοχής σε σχολικές μονάδες κοντά στις περιοχές που διαμένουν πρόσφυγες (επίσημα
κέντρα φιλοξενίας και διαμερίσματα υπό την αιγίδα της Ύπατης Αρμοστείας). Το αυτονόητο, όπως γράφουμε και
παραπάνω. Το αυτονόητο όμως δεν συμβαδίζει πάντα με την πραγματικότητα, τουλάχιστον
σε ό,τι αφορά τα παιδιά-πρόσφυγες που διαμένουν στον καταυλισμό του Ελληνικού.
Το
Ελληνικό, όπου διαμένουν κυρίως πρόσφυγες από το Αφγανιστάν και το Ιράν, είναι
ένας από τους χώρους, που το κράτος θεωρεί «προσωρινούς» και δεν χαρακτηρίζει
επίσημα ως χώρους φιλοξενίας[i], με
αποτέλεσμα να μην προβλεπεται για τα παιδιά η δυνατότητα ένταξης στην θεσμική
εκπαίδευση. Τώρα το πώς σε έναν χώρο που, σύμφωνα με τα λεγόμενα αρμοδίων
φορέων της Πολιτείας, δεν είναι χώρος φιλοξενίας (μάλιστα από κάποιους έχει
χαρακτηριστεί και ως «κατάληψη»), η ίδια η Πολιτεία τοποθέτησε τους πρόσφυγες και
η ίδια διατηρεί γραφείο με υπαλλήλους της, είναι ένα ερώτημα...
Στο
Ελληνικό -είτε είναι επίσημος είτε ανεπίσημος χώρος φιλοξενίας, κατάληψη ή
οτιδήποτε άλλο- ζουν παιδιά. Και αυτή τη στιγμή τα παιδιά αυτά ως μοναδική
επιλογή εκπαίδευσης έχουν τις ελάχιστες θέσεις που προσφέρει το τοπικό Γυμνάσιο
και το Λύκειο Διαπολιτισμικής Εκπαίδευσης, το οποίο όμως δεν μπορεί σε καμία
περίπτωση να ανταποκριθεί στις εκπαιδευτικές ανάγκες.
Συγκεκριμένα,
στους τρεις χώρους, στους οποίους χωρίζεται ο καταυλισμός του Ελληνικού, υπολογίζεται
ότι διαμένουν περίπου 500 ανήλικοι, από τους οποίους οι περισσότεροι ανήκουν
στο ηλικιακό εύρος 6-15 (ηλικίες για τις οποίες προβλέπεται η εκπαίδευση των
προσφύγων). Οι αριθμοί δεν μπορούν να είναι ακριβείς, αφενός λόγω της μη
ένταξης των χώρων φιλοξενίας του Ελληνικού στο πρόγραμμα ΔΥΕΠ και αφετέρου,
λόγω της έλλειψης επίσημης καταγραφής των παιδιών που είναι σε ηλικία ένταξης
στην τυπική εκπαίδευση.
Τα
περισσότερα παιδιά, που διαμένουν αυτή τη στιγμή στο Ελληνικό βρίσκονται εκεί
από την αρχή της λειτουργίας του ως χώρου φιλοξενίας, δηλαδή από το Σεπτέμβριο
του 2015, και ενάμιση χρόνο τώρα δεν έχουν πρόσβαση στην εκπαίδευτική
διαδικασία. Σε συνάντηση που πραγματοποιήσαμε με τους γονείς, στα πλαίσια των
μηνιαίων καθιερωμένων ενημερώσεων για τα προγράμματα που υλοποιεί το «Δίκτυο
για τα Δικαιώματα του Παιδιού», μας επικοινώνησαν τη μεγάλη ανάγκη τους να
ενταχθούν τα παιδιά τους στην τυπική εκπαίδευση. Δηλώνουν ότι το μεγάλο διάστημα
για το οποίο τα παιδιά τους βρίσκονται εκτός της εκπαίδευσης έχει λειτουργήσει
ανασταλτικά στην κοινωνική και την γνωστική τους ανάπτυξη. Σημειώνουν επίσης
την επιθυμία τους για ύπαρξη ενός καθημερινού προγράμματος σπουδών ικανής
διάρκειας, οργανωμένου και κατάλληλου ως προς το περιεχόμενο, με δυνατότητα
θεσμικής αναγνώρισης. Το αυτονόητο ξανά.
Από
την άλλη, και οι ίδιοι οι ανήλικοι επικοινωνούν την ανάγκη τους για συστηματική
και οργανωμένη εκπαίδευση. Η ανάγκη αυτή δεν μπορεί να ικανοποιηθεί από τα προγράμματα
άτυπης εκπαίδευσης, τα οποία υλοποιούνται από μη κυβερνητικ ές
οργανώσεις και φορείς, καθώς δεν είναι ούτε θεσμικά αναγνωρισμένα, ούτε και
ενταγμένα σε ένα σχέδιο διαρκείας. Επίσης, η εξάντληση της δυνατότητας των
δραστηριοτήτων εντός των χώρων φιλοξενίας ενισχύει την διεργασία της
γκετοποίησης, καθώς πρόκειται για χώρους πολυπληθείς, απομακρυσμένους και
περιφραγμένους. Το αίτημα για την ένταξη στην εκπαιδευτική διαδικασία αφορά
στην αναγκαιότητα για κοινωνική ένταξη και ως εκ τούτου δεν μπορεί να
περιοριστεί σε λίγες ώρες άτυπης και δημιουργικής ή μη απασχόλησης μέσα στα κέντρα
φιλοξενίας.
Το
δικαίωμα στην εκπαίδευση αποτελεί βασικό ανθρώπινο δικαίωμα, το οποίο το
Ελληνικό Κράτος οφείλει να σέβεται, να προστατεύει και να προωθεί. Απέναντι σε
αυτή την ανάγκη δεν μπορεί να αντιτάσσονται επιχειρήματα περί «προσωρινότητας»,
μιας δομής φιλοξενίας η οποία λειτουργεί εδώ και ενάμιση χρόνο. Ο αποκλεισμός
στον οποίο έχουν υποβληθεί τα συγκεκριμένα παιδιά του Ελληνικού, αλλά και όσα
άλλα διαμένουν σε μη επίσημους χώρους φιλοξενίας, τους στερεί το μέλλον, το
οποίο είναι το ελάχιστο εχέγγυο απέναντι σε ένα παρόν εκτός νοήματος.
Η
εκπαίδευση των παιδιών-προσφύγων δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς ένα συνολικό
και ολοκληρωμένο σχέδιο που θα ανταποκρίνεται άμεσα στις συνθήκες
κατεπείγοντος, κάτω από τις οποίες εκδηλώθηκε η ανθρωπιστική κρίση των
τελευταίων 2 ετών, θα λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες των ανθρώπων στους οποίους
απευθύνεται και θα ενσωματώνει στο περιεχόμενο και την πρακτική του την
κοινωνική διάσταση της ένταξης στην ευρωπαϊκή κοινωνική πραγματικότητα. Σε
καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να αποκλείονται από αυτό παιδιά, που οι άθλιες
συνθήκες στην χώρα προέλευσής τους τα έφεραν εδώ. Το αυτονόητο δηλαδή.
[i] Στην πραγματικότητα δεν υπάρχει περιγραφή που να
χαρακτηρίζει τους χώρους του Ελληνικού. Δεν είναι χαρακτηρισμένοι ούτε ως χώροι
ή κέντρα φιλοξενίας προσφύγων αλλά ούτε και κέντρα πρώτης υποδοχής.